NAS Exhaustive Concordance Word Originfrom the same as paranomeó Definition lawbreaking NASB Word Usage transgression (1). Forms and Transliterations παρανομία παρανομίαι παρανομίαν παρανομιας παρανομίας παράνομοι παρανόμοις παράνομον παράνομος παρανόμου παρανόμους παρανόμω παρανόμων παρανόμως παραξιφίδι παράπαν παραπετάσματα paranomias paranomíasLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |