NAS Exhaustive Concordance Word Originfrom ana and lambanó Definition to take up, raise NASB Word Usage pick (1), received (1), take (1), take...on board (1), taken (5), taking (1), took (2), took...on board (1). Forms and Transliterations ανάλαβε αναλαβείν αναλαβετε αναλάβετε ἀναλάβετε αναλαβέτω αναλάβοι αναλάβοιμι αναλαβοντες αναλαβόντες ἀναλαβόντες αναλαβούσα αναλάβωμεν αναλαβων αναλαβών ἀναλαβὼν αναλαμβανειν αναλαμβάνειν ἀναλαμβάνειν αναλαμβάνεις αναλαμβανόμενον αναλαμβάνων αναλάμψει αναλάμψη ανάλγητος ανάλημμα αναλημφθεις ἀναλημφθεὶς αναληφθείς αναληφθήναί αναληφθήση αναλήψεται αναλήψομαι ανέλαβε ανέλαβέ άνελαβε ανέλαβεν ανελαβετε ανελάβετε ἀνελάβετε ανελαβον ανέλαβον ανελέξαντο ανέλεξε ανελημφθη ἀνελήμφθη ανελήφθη ανελήφθην analabete analábete analabon analabōn analabṑn analabontes analabóntes analambanein analambánein analemphtheis analemphtheìs analēmphtheis analēmphtheìs anelabete anelábete anelemphthe anelēmphthē anelḗmphthe anelḗmphthēLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |