NAS Exhaustive Concordance Word Originfrom monos and genos Definition only begotten NASB Word Usage only (3), only begotten (6). Forms and Transliterations μονογενη μονογενή μονογενῆ μονογενης μονογενής μονογενὴς μονογενους μονογενούς μονογενοῦς μονόζωνοι μονοζώνοις μονόζωνον μονόζωνος μονοζώνους μονόκερος μονοκέρωτος μονοκερώτων μονομαχήσομεν monogene monogenê monogenē monogenē̂ monogenes monogenēs monogenḗs monogenḕs monogenous monogenoûsLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |