NAS Exhaustive Concordance Word Originfrom anti and allassó Definition an exchange NASB Word Usage exchange (2). Forms and Transliterations ανταλλαγμα αντάλλαγμα ἀντάλλαγμα ανταλλάξεται αντάμειψιν ανταναιρεθή ανταναιρεθήσονται ανταναιρείται ανταναιρών αντανελείς αντανέλης αντανηρέθην antallagma antállagmaLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |