1455. egkathetos
Strong's Exhaustive Concordance
spy.

From en and a derivative of kathiemi; subinduced, i.e. Surreptitiously suborned as a lier-in-wait -- spy.

see GREEK en

see GREEK kathiemi

Forms and Transliterations
εγκάθετοι εγκάθετος εγκαθέτους ἐγκαθέτους εγκαθήμενοι εγκαθημένοις εγκαθήμενον εγκαθήμενος εγκαθημένους εγκάθηνται εγκαθήσονται εγκάθηται ενεκαθήμεθα ενεκάθηντο ενεκάθησθε ενεκάθητο ενεκάθισαν ενεκάθισας ενκαθετους ἐνκαθέτους καθίσατε enkathetous en'kathétous
Links
Interlinear GreekInterlinear HebrewStrong's NumbersEnglishman's Greek ConcordanceEnglishman's Hebrew ConcordanceParallel Texts
1454
Top of Page
Top of Page