NAS Exhaustive Concordance Word Originfrom the same as histémi Definition a stadium (a Gr. measure of length), by impl. a racecourse NASB Word Usage distance (1), miles (5), race (1). Forms and Transliterations εσταθμωμένον εστάλαξέ έσταξαν έσταξε έσταξεν σταδιους σταδίους σταδιω σταδίω σταδίῳ σταδιων σταδίων στάζοι στάζοντα στάζουσαι στάθμια σταθμίοις στάθμιον σταθμίων σταθμοί σταθμοίς σταθμόν σταθμός σταθμού σταθμούς σταθμώ σταθμών σταις σταίς στακτή στακτήν στάκτην στακτής στάξει στάξη stadio stadiō stadíoi stadíōi stadion stadiōn stadíon stadíōn stadious stadíousLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |