4712. stadion
NAS Exhaustive Concordance
Word Origin
from the same as histémi
Definition
a stadium (a Gr. measure of length), by impl. a racecourse
NASB Word Usage
distance (1), miles (5), race (1).

Forms and Transliterations
εσταθμωμένον εστάλαξέ έσταξαν έσταξε έσταξεν σταδιους σταδίους σταδιω σταδίω σταδίῳ σταδιων σταδίων στάζοι στάζοντα στάζουσαι στάθμια σταθμίοις στάθμιον σταθμίων σταθμοί σταθμοίς σταθμόν σταθμός σταθμού σταθμούς σταθμώ σταθμών σταις σταίς στακτή στακτήν στάκτην στακτής στάξει στάξη stadio stadiō stadíoi stadíōi stadion stadiōn stadíon stadíōn stadious stadíous
Links
Interlinear GreekInterlinear HebrewStrong's NumbersEnglishman's Greek ConcordanceEnglishman's Hebrew ConcordanceParallel Texts
4711
Top of Page
Top of Page