NAS Exhaustive Concordance Word Originfrom paraskeuazó Definition preparation, the day of preparation (for a Sabbath or feast) NASB Word Usage day (1), day of preparation (3), preparation (2), preparation day (1). Forms and Transliterations παρασκευη παρασκευή παρασκευὴ παρασκευην παρασκευήν παρασκευὴν παρασκευης παρασκευής παρασκευῆς παράστασιν παρασυνεβλήθη παράταξαι παραταξασθαι παρατάξασθαι παρατάξασθε παραταξει παρατάξει παρατάξεται παρατάξεως παρατάξηται παράταξιν παράταξις παραταξόμενοι παρατάξονται παρατάσσεται παρατασσόμενοι παρατασσόμενος παρατάσσονται παρατέταγμαι παρατέτακται παρέταξαν παρετάξαντο παρεταξάτο παρετάξατο παρετάσσοντο paraskeue paraskeuē paraskeuḗ paraskeuḕ paraskeuen paraskeuēn paraskeuḗn paraskeuḕn paraskeues paraskeuês paraskeuēs paraskeuē̂sLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |