NAS Exhaustive Concordance Word Originfrom kata and gelaó Definition to deride NASB Word Usage laughing (3). Forms and Transliterations καταγελά καταγελάσατωσάν καταγελάσεται καταγελάση καταγελασθήσονται καταγελασθώμεν καταγελάται καταγελών καταγελώντα καταγελώνται καταγελώντες καταγέλωτα καταγηράσητε καταγίνομαι κατεγέλασάν κατεγελων κατεγέλων κατεγενόμην κατεγίνοντο kategelon kategelōn kategélon kategélōnLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |