1977. epiriptó
NAS Exhaustive Concordance
Word Origin
from epi and rhiptó
Definition
to cast upon
NASB Word Usage
casting (1), threw (1).

Forms and Transliterations
επέρριφα επερρίφην επέρριψα επέρριψεν επέσαξαν επέσαξε επέσαξεν επεσάσσετο επέσεισε επέσεισεν επεσημήνω επέσταξαν επιριψαντες ἐπιρίψαντες επιρρίψαντες επιρρίψει επιρρίψη επίρριψον επιρρίψουσιν επιρρίψω επίσαγμα επισάξατε επισάξατέ επίσαξόν επισείει επισεσαγμένων epiripsantes epirípsantes
Links
Interlinear GreekInterlinear HebrewStrong's NumbersEnglishman's Greek ConcordanceEnglishman's Hebrew ConcordanceParallel Texts
1976
Top of Page
Top of Page