NAS Exhaustive Concordance Word Originfrom ek and haireó Definition to take out, to deliver NASB Word Usage pluck (1), rescue (2), rescued (3), rescuing (1), tear (1). Forms and Transliterations εξαιρεθήσεται εξαιρείσθαι εξαιρείσθαί εξαιρείσθε εξαιρουμενος εξαιρούμενος εξαιρούμενός ἐξαιρούμενός εξειλάμεθα εξειλαμην εξειλάμην ἐξειλάμην εξείλαντο εξειλατο εξείλατο εξείλατό ἐξείλατο ἐξείλατό εξείλε εξείλεν εξείλετο εξείλετό εξειλόμην εξείλου εξελε έξελε ἔξελε εξελείν εξελείσθε εξελείται εξελείταί εξελεσθαι εξελέσθαι ἐξελέσθαι εξελέσθε εξέλεσθε εξελέσθωσάν εξελή εξεληται εξέληται ἐξέληται εξέλοιτό εξελού εξελούμαι εξελούμαί εξελούνται εξελούσι εξέλωμαι εξέλωνται εξήρησαι exairoumenos exairoúmenós exeilamen exeilamēn exeilámen exeilámēn exeilato exeílato exeílató exele éxele exelesthai exelésthai exeletai exelētai exéletai exélētaiLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |